Η πορεία της επιδημίας κατά την περίοδο των γιορτών θα κρίνει κατά πόσο έχει "κλειδώσει" το άνοιγμα των σχολείων μετά τις επίσημες αργίες.
Με την επιδημία να αποκλιμακώνεται στη χώρα με ιδιαίτερα αργό ρυθμό, ακόμη και η πεποίθηση ότι τα σχολεία θα μπορέσουν να ξανανοίξουν στις 7/1 θεωρείται αβέβαιη. Σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα το άνοιγμά τους εξαρτάται από την πορεία
των νέων διαγνώσεων κορονοϊού και ιδιαίτερα από την κατάσταση που θα επικρατεί στο ΕΣΥ.Χθες η Καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και του ΠΓΝ «Αττικόν» και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης για τον κορονοϊό σημείωσε ότι "ότι πολλές φορές έχει ειπωθεί ότι το άνοιγμα των σχολείων αποτελεί άμεση προτεραιότητα γιατί τα παιδιά έχουν μείνει πολύ καιρό εκτός του φυσικού τους περιβάλλοντος, που δεν είναι άλλο από τα θρανία τους. Είναι επίσης σαφές ότι ο βασικός λόγος που κλείσαμε τα σχολεία δεν είναι η μετάδοση μέσα στα σχολεία, ιδιαίτερα για την Πρωτοβάθμια, αλλά το μεγάλο επιδημιολογικό φορτίο που είχαμε στις αρχές Νοεμβρίου. Αυτό ήταν που μας ανάγκασε να εισηγηθούμε στην Πολιτεία το κλείσιμο των σχολείων. Στόχος μας είναι στις 7 Ιανουαρίου να γυρίσουν όλα τα παιδιά στα θρανία τους. Δεν υπάρχουν σκέψεις για διαφορετικές Περιφερειακές Ενότητες. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν τέτοιες σκέψεις".
Από τα λεγόμενα της καθηγήτριας συνειδητοποιεί κανείς πως η ημερομηνία 7/1 είναι στόχος και δεν θεωρείται δεδομένη. Το τι θα συμβεί κατά την περίοδο των γιορτών είναι η βασική αιτία που δεν είναι εφικτό να ληφθεί κάποια δέσμευση γι' αυτό.
Επίσης χθες, μιλώντας στο ΣΚΑΙ ο επιδημιολόγος και επίσης μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων κ. Νίκος Σύψας, ανέφερε ότι "Στις 7 Ιανουαρίου θα είμαστε σε θέση να ανοίξουν τουλάχιστον τα δημοτικά. Τρέμουμε την πίεση στο σύστημα υγείας. Αν τα νούμερα είναι καλύτερα και έχουν πτωτική τάση, τότε θα ανοίξουμε τα σχολεία".
Είναι γνωστό ότι το άνοιγμα των σχολείων αποτελεί ένα κοινωνικό αίτημα και αυτό το γνωρίζουμε τόσο από το πρώτο κύμα, όσο και από τις σχετικές αποφάσεις για το άνοιγμα το Σεπτέμβριο.
Να αναφέρουμε δε ότι από το άνοιγμα των σχολείων στις 14/9 μέχρι και την επιβολή του lockdown, δηλαδή σε ένα διάστημα μικρότερο των 2 μηνών, σε σύνολο 39.000 που επιβεβαιώθηκαν, μόνο τα 3200 αφορούσαν ηλικίες κάτω των 17 ετών. Την ίδια στιγμή στη διάρκεια των 37 ημερών του απαγορευτικό, τα κρούσματα αυξήθηκαν κατά 72.900 και στις νεαρές ηλικίες κατά 3400. Φαίνεται ξεκάθαρα δηλαδή ότι η μετάδοση στα παιδιά είναι ιδιαίτερα χαμηλή και το κλείσιμο των σχολείων όπως και το απαγορευτικό γενικά δεν αλλάζει κάτι στην επιδημιολογική εικόνα της ηλικιακής ομάδας.
Η κινητικότητα του πληθυσμού λοιπόν θα είναι το κλειδί για το άνοιγμα.
Αξίζει δε να επαναλάβουμε και όσα είχε επισημάνει ο καθηγητής λοιμωξιολογίας κ. Σωτήρης Τσιόδρας, κατά την έναρξη της σχολική περίοδο. Είχε τονίσει ότι τα παιδιά μπορεί να κολλήσουν τον ιό, αλλά μελέτες με αντισώματα και με επαρκή τεκμηρίωση δείχνουν πως αυτό γίνεται σε μικρότερο ποσοστό στα παιδιά κάτω των 12. Επίσης θα ωφεληθούν πολύ περισσότερο από την εκπαιδευτική διαδικασία παρά από την απουσία από το σχολείο.
Επίσης σημείωνε ότι , από τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων προκύπτει ότι η αναστολή λειτουργίας των σχολείων, όταν δεν συνδυάζεται με άλλα μέτρα, δεν φαίνεται να συμβάλλει αποτελεσματικά στον περιορισμό της διασποράς του ιού και δεν προσφέρει επιπλέον προστασία για την υγεία των παιδιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου